- στοματοβλαστίδιο
- το, Νβιολ. στάδιο εμβρυϊκής ανάπτυξης τών ασβεστολιθικών σπόγγων κατά το οποίο τα μεγάλα εξωδερμικά κύτταρα οριοθετούν ένα στόμιο που φέρνει σε επικοινωνία το εσωτερικά επενδυμένο βλαστόκοιλο με ενδοδερμικά μαστιγοφόρα κύτταρα.
Dictionary of Greek. 2013.